"Συγκατοίκηση" στην πολιτική ζωή της Γαλλίας, άρθρο στην κυπριακή εφημερίδα Πολίτης

Μόλις πενήντα μέρες πριν, ο Εμμανουέλ Μακρόν κατόρθωσε να εκλεγεί Πρόεδρος, για δεύτερη φορά, της   Γαλλικής Δημοκρατίας καταγάγοντας μία Πύρρειο νίκη, τα μηνύματα της οποίας, όμως, δε φαίνεται να κατανόησε με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στα χθεσινά αποτελέσματα: είναι ο πλέον αρνητικά εκλεγμένος Πρόεδρος της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας με την αποχή να σκαρφαλώνει, στο β’ γύρο των Προεδρικών στο 28% , μετά τον Ζωρζ Πομπιντού, όταν η αποχή έφτασε στο 31%, ένα χρόνο μετά τον Γαλλικό Μάη.

Χρειάστηκε να κινητοποιηθούν τα δημοκρατικά αντανακλαστικά των Γάλλων προκειμένου, η Γαλλία με την πολιτική και πολιτισμική παράδοση που διαθέτει, να μην έχει, σήμερα, μία ακροδεξιά για Πρόεδρο. Χαρακτηριστικά τα όσα είχε γράψει, την παραμονή του β’ γύρου των Προεδρικών εκλογών,  ο Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές της εργατικής τάξης και των ΛΟΑΤΚΙ δικαιωμάτων στη Γαλλία, συγγραφέας των «Να τελειώνουμε με τον Εντύ Μπλεγκέλ», «Ιστορία της βίας», «Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου», «Διάλογος για την τέχνη και την πολιτική»

Την Κυριακή θα πάω να ψηφίσω ενάντια στον φασισμό, δηλαδή θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά, κάποιον που πέρασε πέντε χρόνια ακρωτηριάζοντας διαδηλωτές, εξαφανίζοντας κρεβάτια νοσοκομείων εν μέσω πανδημίας σε όλο τον κόσμο, καταστρέφοντας συστήματα βοήθειας και αλληλεγγύης.

Ο Μακρόν δεν αξιοποίησε στις 50 μέρες που μεσολάβησαν την ψήφο ανοχής που έλαβε απέναντι στην ακροδεξιά απειλή. Ενώ στις Προεδρικές εκλογές, ο για λίγες ψήφους αποκλεισθείς ηγέτης της Αριστεράς Ζαν Λυκ Μελανσόν καλούσε τους Γάλλους να «φράξουν μαζικά το δρόμο στη Λεπέν», ο ίδιος επέλεξε, στον χθεσινό β’ γύρο για την Εθνοσυνέλευση, να καλέσει τους ψηφοφόρους του εκλογικού συνδυασμού «Μαζί» , στα περιπτώσεις που είχαν να επιλέξουν μεταξύ ενός υποψηφίου της Λεπέν και του Μελανσόν «να κρίνουν κατά περίπτωση». Η ποιοτική ανάλυση της ψήφου καταδεικνύει πως σε αυτές τις περιπτώσεις οι «μακρονιστές» απείχαν σε ποσοστό 72%, 16% ψήφισαν υπέρ της Αριστεράς, ενώ 12% υπέρ του υποψηφίου της Λεπέν. Η ανιστόρητη πολιτική των ίσων αποστάσεων, η ρητορική του ακραίου νεοφιλελεύθερου κέντρου θιασώτης του οποίου είναι ο Γάλλος Πρόεδρος ευθύνεται, εν πολλοίς, για το πρωτοφανές άλμα του γαλλικού ακροδεξιού σχηματισμού: μέσα σε 5 χρόνια η Λεπέν δεκαπλασίασε τις έδρες της, γεγονός που της επιτρέπει να σχηματίσει κοινοβουλευτική ομάδα, να έχει πρόσβαση σε δημόσια επιχορήγηση και να συμμετέχει σε κοινοβουλευτικές επιτροπές. Για την πολιτική που θα ακολουθήσει δεν μπορούμε να έχουμε αυταπάτες: στο διθυραμβικό χαιρετισμό που απηύθυνε, χθες βράδυ, στους οπαδούς της έκανε σαφές ότι στο στόχαστρό της είναι η Αριστερά, κατόπιν πρόσθεσε τους μακρονιστές, και ότι οι προσπάθειές της θα επικεντρωθούν στην ανύψωση των ιδανικών του Έθνους, ένας εύσχημος τρόπος να καλύψει τα αντιευρωπαϊκά και ξενοφοβικά της αισθήματα.

Το εγχείρημα του Μελανσόν να ενώσει υπό την σκέπη της «Ανυπότακτης Γαλλίας» αριστερούς, σοσιαλιστές και οικολόγους στέφθηκε με επιτυχία, αν και δεν κατόρθωσε να υλοποιήσει το στόχο του που ήταν να κόψει πρώτος το νήμα και να γίνει πρωθυπουργός προκειμένου να αποτελέσει τροχοπέδη, στα στενά όρια ενός προεδρικού συστήματος, στα σχέδια του Μακρόν. Σήμερα όμως είναι αξιωματική αντιπολίτευση και, κυρίως, δείχνει το δρόμο στην Αριστερά στην υπόλοιπη Ευρώπη ότι μόνο μέσα από την αναζήτηση των κοινών στόχων και τη συσπείρωση μπορεί να υπάρξει απάντηση στον νεοφιλελευθερισμό που σαρώνει την πολιτική ζωή. Σημαντική επίσης, είναι η παρακαταθήκη μίας συμμαχίας και ενός κοινού προγράμματος που δημιουργήθηκε από τις κοινωνικές δυνάμεις και ανάγκες και όχι σε αποστειρωμένα κομματικά γραφεία με συναντήσεις κορυφής και συνεργασίες περσόνων, οι οποίες στόχο έχουν την πολιτική τους επιβίωση και όχι την έκφραση των αναγκών των καιρών. Ερώτημα παραμένει ποια θα ήταν η εξέλιξη στις Προεδρικές εκλογές αν αυτή η συμμαχία των αριστερών δυνάμεων είχε λάβει χώρα πριν και η Αριστερά δεν είχε πάει κατακερματισμένη απέναντι στον Μακρόν.

Οι αριθμοί στην Εθνοσυνέλευση είναι αμείλικτοι: οι χειρισμοί του Μακρόν φέρνουν μετά από 25 χρόνια, σε ένα εντελώς διαφορετικό πολιτικό και κοινωνικό σκηνικό, τη «συγκατοίκηση» στην πολιτική ζωή της Γαλλίας. Είναι σίγουρο ότι ο Γάλλος Πρόεδρος θα αναζητήσει το σχηματισμό κυβέρνησης στο

αποδυναμωμένο γκωλικό Κόμμα την παραδοσιακή Δεξιά: αυτό θα σημάνει περαιτέρω μετακίνησή του προς δεξιές θέσεις, γεγονός που πιθανόν να εκφραστεί και στον ανασχηματισμό που θα κληθεί άμεσα να κάνει αφού Υπουργοί της κυβέρνησης δεν μπόρεσαν να εκλεγούν και παραιτήθηκαν. Ζητούμενο παραμένει αν θα επιλέξει να συνεχίσει η Πρωθυπουργός, Ελιζαμπέτ Μπορν, όπως και το ποιοι θα δεχθούν να υπουργοποιηθούν συνδέοντας το όνομά τους με σειρά αντιδημοφιλών μέτρων, συνταξιοδοτικό, απορρύθμιση του εμβληματικού για τους Γάλλους Κράτους Πρόνοιας.

Όμως, οι Ρεπουμπλικανοί, μέχρι τη στιγμή τουλάχιστον που γράφονται αυτές οι γραμμές,  δηλώνουν αντιπολίτευση, με μόνο την πλέον αναγνωρίσιμη προσωπικότητα της παράταξης, τον πρώην πρόεδρο Νικολά Σαρκοζί, να τάσσεται απολύτως υπέρ της συνεργασίας με την παράταξη Μακρόν. Όμως ο κ. Σαρκοζί δεν είναι βουλευτής. Ελλείψει, μέχρι νεοτέρας, κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, η παράταξη του Εμανουέλ Μακρόν θα αναζητεί, όπως είπε η πρωθυπουργός Ελιζαμπέτ Μπορν, “πλειοψηφίες δράσης” από “ποικίλες ευαισθησίες” επί συγκεκριμένων θεμάτων.

Η αποχή είναι ένα ακόμη, εξαιρετικά ανησυχητικό φαινόμενο, ιδιαίτερα όταν φαίνεται να παγιώνεται στη Γαλλία, την κοιτίδα της αστικής Δημοκρατίας. Τα ποσοστά είναι ιδιαίτερα υψηλά στο νεανικό πληθυσμό και για την απαξίωση της πολιτικής ζωής και τον πολιτικό κυνισμό, ευθύνες έχουμε όλοι. Η κρίση αντιπροσώπευσης και η αμφισβήτηση του πολιτικού προσωπικού,  η οποία τείνει να γίνει κρίση νομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος, διαπερνά οριζόντια τα κόμματα σε όλο το φάσμα της πολιτικής ζωής. Χωρίς πάταξη της διαφθοράς, ενίσχυση των θεσμών και της ουσιαστικής λογοδοσίας, χωρίς αποτελεσματική λειτουργία των αντίβαρων της εξουσίας και της διαφάνειας στην άσκησή της, οι πολίτες θα απομακρύνονται από τη συμμετοχή στα κοινά και θα γίνονται εύκολη λεία στα χέρια λαϊκιστών και δημαγωγών.

Τέλος, είναι σαφές ότι τα μηνύματα των χθεσινών εκλογών δεν μένουν στα όρια του εξαγώνου: επηρεάζουν την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς μιλάμε για την δεύτερη πιο ισχυρή οικονομία της ευρωζώνης και την, παραδοσιακά, πολιτική ατμομηχανή της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μία πολύ κρίσιμη ιστορική καμπή: ο πόλεμος στην Ουκρανία οξύνει περαιτέρω την οικονομική κρίση, ο χειμώνας φαντάζει εφιαλτικός υπό το φάσμα της ενεργειακής κρίσης, η κλιματική αλλαγή φέρνει όλο και πιο κοντά την απειλή της επισιτιστικής κρίσης, την ώρα που η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να επιδείξει Ηγεσία προκειμένου να δώσει βιώσιμες απαντήσεις, αλλά και να προχωρήσει στην Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση