Συνεντεύξεις

Οι πολιτικοί οφείλουν να διαμορφώνουν την κοινή γνώμη, κι όχι να σέρνονται πίσω της για μια χούφτα ψηφαλάκια - Συνέντευξη στο Ευρωπαϊκό Προοδευτικό Φόρουμ

Από την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Προοδευτικού Φόρουμ

 

Η ρητορική του μίσους ενισχύεται διαρκώς στο δημόσιο λόγο, στα ΜΜΕ και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Πως, κατά τη γνώμη σας, αντιμετωπίζεται ή συγκρατείται αυτό το φαινόμενο;

Ο ελευθεριακός χαρακτήρας των νέων μέσων δεν μπορεί να αποτελέσει άλλοθι για την υποκίνηση μίσους και βίας. Αποτελεί δημόσιο χώρο και οφείλουμε να τον προστατεύσουμε από κάθε λογής φορείς ρητορικής μίσους, είτε αυτοί εκφράζονται επώνυμα, είτε ανώνυμα. Η ανωνυμία είναι συστατικό στοιχείο του διαδικτύου, κατοχυρωμένο και απολύτως σεβαστό. Δεν μπορεί όμως ποτέ να γίνει συνώνυμο της ατιμωρησίας. Η Πολιτεία δεν μπορεί να παραμείνει παρακολουθητής της κατάχρησης του δημόσιου χώρου. Οφείλουμε να παραπέμπουμε στη Δικαιοσύνη τις ανάλογες περιπτώσεις, ώστε η ίδια να κρίνει κατά τα προβλεπόμενα από τη νομοθεσία.
Το ΕΔΔΑ έχει κρίνει ότι η ελευθερία της έκφρασης αποτελεί θεμελιώδη αρχή σε μια δημοκρατική κοινωνία. Εφαρμόζεται όχι μόνο σε απόψεις που γίνονται αποδεκτές ή δε θεωρούνται προσβλητικές, αλλά και σε αυτές που προσβάλλουν, σοκάρουν ή ενοχλούν το κράτος ή μια μερίδα της κοινωνίας. Αυτές είναι οι επιταγές του πλουραλισμού, της ανεκτικότητας και του ανοικτού πνεύματος, χωρίς τα οποία δεν υφίσταται δημοκρατική κοινωνία. Αυτό σημαίνει ότι κάθε περιορισμός στην ελευθερία του λόγου πρέπει να είναι ανάλογος προς τον επιδιωκόμενο σκοπό. (Υπόθεση Handyside κατά Ην. Βασιλείου 1976).
Από την άλλη πλευρά όμως, η ανεκτικότητα και ο σεβασμός προς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια αποτελούν επίσης θεμελιώδεις αξίες σε μια δημοκρατική και πλουραλιστική κοινωνία. Συνεπώς, μπορεί να θεωρηθεί αναγκαίο να τιμωρούνται ή να προλαμβάνονται οι μορφές έκφρασης που διαδίδουν, υποκινούν, προωθούν ή δικαιολογούν το μίσος και τη βία (Erbakan κατά Τουρκίας).
Αυτές είναι οι επιταγές του πλουραλισμού, της ανεκτικότητας και του ανοικτού πνεύματος, χωρίς τα οποία δεν υφίσταται δημοκρατική κοινωνία. Από την άλλη πλευρά όμως, η ανεκτικότητα και ο σεβασμός προς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια αποτελούν επίσης θεμελιώδεις αξίες σε μια δημοκρατική και πλουραλιστική κοινωνία.
Παρατηρείται επίσης συχνά, η ύπαρξη ακραίου λόγου, επώνυμου ή ανώνυμου, ο οποίος αντιμετωπίζεται με όρους ψυχανάλυσης. Και λέγοντας ακραίο, εννοούμε προφανώς λόγο που σαφώς και ευθέως παραπέμπει σε χρήση βίας. Ο φορέας του, συχνά, απαλλάσσεται λόγω γραφικότητας ή ακόμη και προφανούς, γιατί όχι, βλακείας. Έχουμε έτσι μια πολύ διευρυμένη ερμηνεία της ελευθερίας, χωρίς την ανάλογη αυστηρότητα κρίσης ως προς το περιεχόμενο. Η δυνατότητα της γρήγορης διάδοσης του μίσους στον εικονικό κόσμο αυξάνει ακόμη περισσότερο την ικανότητά του να βλάψει. Με δεδομένη την πολλαπλασιαστική ισχύ των νέων μέσων, αυτά τα φαινόμενα δεν μπορούμε να τα αντιμετωπίζουμε πλέον με όρους γραφικότητας. Η οικειοποίηση και χρησιμοποίηση του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης με άγνοια κινδύνου με όρους παράκαμψης του Ποινικού Κώδικα με το πρόσχημα της ελευθερίας της έκφρασης και με εμπρηστικό λόγο, αποτελούν φαινόμενα που αν δεν αντιμετωπιστούν, αφενός θα εκφυλιστεί η ίδια η έννοια της ελευθερίας της έκφρασης και αφετέρου η ίδια η κοινωνία εθίζεται σταδιακά στην ανοχή της βίας.

 

Για ποιο λόγο είναι σημαντική η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για την Καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών; Ποια νομικά κενά έρχεται να καλύψει;

Πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας και κακοποίησης, το οποίο περιέχει αναφορές στην ταυτότητα φύλου και αποτελεί ένα σημαντικότατο βήμα στη μακρόχρονη και σταθερή προσπάθεια του Συμβουλίου της Ευρώπης να εξασφαλίσει τον σεβασμό των δικαιωμάτων των γυναικών.
Χαρακτηριστικό της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης είναι η έμφαση που αποδίδει στην πρόληψη. Εντελώς ενδεικτικά, προβλέπεται η υποχρέωση των συμβαλλόμενων κρατών να εξασφαλίσουν την κατάρτιση επαγγελματιών που ασχολούνται με τα θύματα βίας, την υλοποίηση θεραπευτικών προγραμμάτων για τους δράστες εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας και προσβολών της γενετήσιας ελευθερίας, καθώς και να διοργανώνουν δράσεις δημοσιότητας για την κατάργηση των στερεοτύπων και την εξασφάλιση του σεβασμού της διαφορετικότητας.
Η προστασία των θυμάτων ολοκληρώνεται με μια δέσμη κανόνων που θεσμοθετούν την υποχρέωση των κρατών είτε να ποινικοποιήσουν συμπεριφορές που μέχρι σήμερα διέφευγαν του ποινικού ενδιαφέροντος της πολιτείας, όπως για παράδειγμα τον εξαναγκασμό σε σύναψη γάμου, την σεξουαλική παρενόχληση και το stalking, δηλαδή μία εξακολουθητική συμπεριφορά απειλής, παρακολούθησης και παρενόχλησης, με την οποία η επέμβαση στην ιδιωτική σφαίρα του θύματος είναι ιδιαιτέρως επαχθής, είτε να προβλέψουν την αποζημίωση των θυμάτων. Αξιοσημείωτες είναι οι παρεμβάσεις που προωθούνται από τη Σύμβαση και σε επίπεδο δικονομικού δικαίου, ώστε το θύμα να προστατεύεται τόσο στην ποινική όσο και στην αστική δίκη.
Ποινικοποιείται η υποκίνηση σε ακρωτηριασμό γυναικείων γεννητικών οργάνων, και καταργείται η αναχρονιστική διάταξη του ποινικού κώδικα που προβλέπει την παύση της ποινικής δίωξης ή την αποχή από αυτήν, αν μεταξύ του δράστη του αδικήματος της αποπλάνησης ανηλίκου κάτω των 15 ετών και του θύματος τελέστηκε γάμος. Η διάταξη αυτή έχει κατακριθεί από εθνικά και διεθνή όργανα προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων και από την Κοινωνία των Πολιτών.
Τέλος, καινοτομία της Σύμβασης συνιστά η ίδρυση μηχανισμού παρακολούθησης. Σε αυτόν περιλαμβάνεται η GREVIO, ανεξάρτητο όργανο, που συγκροτείται από τεχνοκράτες και επιφορτισμένο με την παρακολούθηση της εφαρμογής της Σύμβασης από τα κράτη-μέλη που την έχουν υπογράψει.

 

Από το 2015 και μετά, σε νομοθετικό επίπεδο, έχουν γίνει σημαντικά βήματα με στόχο την αντιμετώπιση των κοινωνικών προκαταλήψεων, την εμπέδωση και ενδυνάμωση της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εκτιμάτε ότι αυτές οι νομοθετικές πρωτοβουλίες έχουν "περάσει" μέχρι τώρα στην κοινωνία και στη καθημερινή πρακτική ή είναι μια "διάσταση" που δεν μπορεί να ποσοτικοποιηθεί και να μετρηθεί;

Η κυβέρνησή μας, στα 3 τελευταία χρόνια, έχει προβεί σε μια σειρά νομοθετικών ρυθμίσεων, εκ των οποίων εντελώς επιγραμματικά θα αναφέρω τη θέσπιση του νέου Συμφώνου Συμβίωσης με επέκταση στα ομόφυλα ζευγάρια, τη Νομική Αναγνώριση της Ταυτότητας Φύλου, την κύρωση της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης για τη βία κατά των Γυναικών και την ενδοοικογενειακή βία, τη θέσπιση του Σπιτιού του Παιδιού, τη νομοθεσία για την Αναδοχή και Υιοθεσία. Είναι και πολλά άλλα θέματα, στα οποία η κυβέρνηση, με νομοθετικές πρωτοβουλίες, διόρθωσε χρόνιες αδικίες κατά ομάδων συμπολιτών μας, όπως είναι τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα, τα ΑμΕΑ, οι γυναίκες, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες, οι Ρομά.
Καθιστούν αυτές οι πρωτοβουλίες την ελληνική κοινωνία, προοδευτική και δίκαιη στο σύνολό της; Σαφώς και όχι. Είναι ακόμη πάρα πολλές οι φωνές της συντήρησης, ανώνυμες και επώνυμες. Όμως αν κάτι μάθαμε από τα 3+ χρόνια διακυβέρνησης και προοδευτικών νομοθετικών πρωτοβουλιών, είναι πως η ελληνική κοινωνία είναι πολύ πιο μπροστά συνολικά, σε σύγκριση με τους λογής φωνασκούντες εναντίον καθετί διαφορετικού. Η ελληνική κοινωνία έχει πλέον αρχίσει να εκτίθεται στο δημόσιο διάλογο, συζητήσεις που γίνονταν ως επί το πλείστον στο περιθώριο, έχουν μπει στα σπίτια της ελληνικής κοινωνίας τα τελευταία χρόνια, και αυτό είναι το μεγαλύτερο κέρδος: το κοινωνικό, η ορατότητα. Έχουν να γίνουν πάρα πολλά ακόμη βήματα, καθώς είναι κοινωνιολογική παραδοχή, πως οι νοοτροπίες αλλάζουν πιο αργά από τα δεδομένα. Θα πω όμως σε αυτό το σημείο, κάτι που πολύ συχνά επαναλαμβάνω: Οι πολιτικοί οφείλουν να διαμορφώνουν την κοινή γνώμη, κι όχι να σέρνονται πίσω της για μια χούφτα ψηφαλάκια, να σκέφτονται τις επόμενες γενιές, όχι τις επόμενες εκλογές.

 

Η συμφωνία των κυβερνήσεων Τσίπρα και Ζάεφ για το Μακεδονικό έχει προκαλέσει έντονη εθνικιστική παράκρουση σε τμήμα των ΜΜΕ και σε συγκεκριμένα πολιτικά πρόσωπα. Πόσο ανησυχητική είναι αυτή η έξαρση για την κοινωνική συνοχή, με αφορμή το συγκεκριμένο ζήτημα, και πως πιστεύετε ότι μπορεί να αντιμετωπιστεί;

Είναι γνωστό πως κάθε λογής ακραίοι κύκλοι, λυμαίνονται τα θέματα εξωτερικής πολιτικής και τα θεωρούν προνομιακό χώρο «δραστηριοποίησης», επικαλούμενοι το θυμικό και έναν κατά το δοκούν και κατά το βολεύειν «πατριωτισμό». Δεν αρνούμαι πως υπάρχει ένα μέρος συμπολιτών μας, που από ειλικρινή ανησυχία κατεβαίνουν σε αυτά τα συλλαλητήρια. Βλέπουμε όμως, και έχει γίνει σαφές, πως μπροστάρηδες σε αυτά δεν είναι κανένας απλός κόσμος, κανένας προβληματισμένος πολίτης, που ασκεί το δημοκρατικό του δικαίωμα να διαδηλώσει για το οτιδήποτε. Βλέπουμε πως τα μαζικά προσκλητήρια σε αυτά τα συλλαλητήρια, κάθε άλλο παρά «ακομμάτιστα» ήταν. Παρατηρούμε πως το πιο βροντόφωνο κομμάτι των διαδηλωτών, αποτελούν κάποιοι που «ξεχνιούνται» και φωνασκούν, έχοντας το ένα χέρι να κρατά μια σημαία και το άλλο να χαιρετά ναζιστικά. Κυριότερα, έχουμε γίνει μάρτυρες μιας απίστευτης παραπληροφόρησης από μια μεγάλη μερίδα των ΜΜΕ –που είναι βέβαια τόσο συχνή τα τελευταία χρόνια, που κάθε άλλο παρά απίστευτη καθίσταται, εν τέλει-, και μιας τόσο υποκριτικής και έντονα ψηφοθηρικής στάσης κομμάτων του ελληνικού κοινοβουλίου, που δε διστάζουν μπροστά στο εσωτερικό πολιτικό γίγνεσθαι, να θέτουν στο περιθώριο πάγιες θέσεις δεκαετιών, τις ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Βλέπουμε κόμματα που έχουν στον πυρήνα της ιστορίας τους τον ευρωπαϊσμό και τη γραμμή της εξωτερικής πολιτικής των προσεγγίσεων, να έχουν αλλάξει άρδην στάση λίαν προσφάτως, ψαρεύοντας στα θολά νερά ενός ακροατηρίου ακροδεξιού, ποντάροντας στη συσπείρωση του κομματικού τους μηχανισμού, μπαίνοντας στις ράγες πολιτικών προσεγγίσεων που δε συνάδουν ούτε με τα συμφέροντα της χώρας, ούτε με την πολιτική τους ιστορία. Αυτή ακριβώς η πολιτική στάση, η με κάθε δυνατό τρόπο αντιπολίτευση, ακόμη και σε μείζονος σημασίας εθνικά ζητήματα, μπορεί να έχει στόχο τη συσπείρωση μέρους του κομματικού τους ακροατηρίου, καθίσταται όμως μέγα κοινωνικό και πολιτικό ατόπημα, ειδικά με τη ρητορική που τη συνοδεύει, καθώς δημιουργεί συνθήκες ακραίου, αχρείαστου και κυριότερα, επικίνδυνου διχασμού της ελληνικής κοινωνίας. Όταν ένας πολιτικός οργανισμός καταντά να χρησιμοποιεί κάθε μέσο για τη διάσωσή του ή στελεχών του, ακόμη και την εξωτερική πολιτική της χώρας, το μόνο σίγουρο είναι πως θα θερίσει θύελλες. Και δυστυχώς, δεν αντιλαμβάνεται, πως παίζει ένα παιχνίδι «εκτός έδρας», καθώς στον ακραίο, διχαστικό λόγο, τον έχουν ήδη προλάβει άλλοι. Και ο μόνος χαμένος, εκτός από τους ίδιους, θα είναι δυστυχώς η ελληνική κοινωνία.

 

1 6

Copyright © 2012. www.mariayannakaki.gr | Όλα τα νέα σήμερα newspolis.gr | Designed by Shape5.com

Η επίσημη ιστοσελίδα της Μαρίας Γιαννακάκη | υποψηφιοι, Αττική, περιφέρεια, Παρέμβαση, για την Αττική, Β' Πειραιά, Κορυδαλλός, Κερατσίνι, Νίκαια, Δραπετσώνα, Αγ. Ιωάννης, Ρέντης, Πέραμα, Πειραιάς, Ανθρώπινα, δικαιώματα, LGBT, ισότητα, Εξωτερική, πολιτική, Εθνική Άμυνα, Τουρκία, Κύπρος, Κυπριακό, Ευρωπαϊκή, Ένωση, ομοφυλόφιλοι, Ρομά